Κατά Λουκάν
Κεφάλαιο ιη’ [18] // Εδάφια 31-43
31Παραλαβών δε τους δώδεκα, είπε προς αυτούς· Ιδού, αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα, και θέλουσιν εκτελεσθή πάντα τα γεγραμμένα διά των προφητών εις τον Υιόν του ανθρώπου.
32Διότι θέλει παραδοθή εις τα έθνη και θέλει εμπαιχθή και υβρισθή και εμπτυσθή,
33και μαστιγώσαντες θέλουσι θανατώσει αυτόν, και τη τρίτη ημέρα θέλει αναστηθή.
34Και αυτοί δεν ενόησαν ουδέν εκ τούτων, και ήτο ο λόγος ούτος κεκρυμμένος απ’ αυτών, και δεν ενόουν τα λεγόμενα.
35Ότε δε επλησίαζεν εις την Ιεριχώ, τυφλός τις εκάθητο παρά την οδόν ζητών·
36ακούσας δε όχλον διαβαίνοντα, ηρώτα τι είναι τούτο.
37Απήγγειλαν δε προς αυτόν ότι Ιησούς ο Ναζωραίος διαβαίνει.
38Και εφώναξε λέγων· Ιησού, υιέ του Δαβίδ, ελέησόν με.
39Και οι προπορευόμενοι επέπληττον αυτόν διά να σιωπήση· αλλ’ αυτός πολλώ μάλλον έκραζεν· Υιέ του Δαβίδ, ελέησόν με.
40Σταθείς δε ο Ιησούς, προσέταξε να φερθή προς αυτόν. Και αφού επλησίασεν, ηρώτησεν αυτόν
41λέγων· Τι θέλεις να σοι κάμω; Ο δε είπε· Κύριε, να αναβλέψω.
42Και ο Ιησούς είπε προς αυτόν· Ανάβλεψον· η πίστις σου σε έσωσε.
43Και παρευθύς ανέβλεψε και ηκολούθει αυτόν δοξάζων τον Θεόν· και πας ο λαός ιδών ήνεσε τον Θεόν.