Α’ Θεσσαλονικείς
Κεφάλαιο δ’ [4] // Εδάφια 13 – Κεφάλαιο ε’ [5] // Εδάφια 11
13Δεν θέλω δε να αγνοήτε, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, διά να μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα.
14Διότι εάν πιστεύωμεν ότι ο Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας διά του Ιησού θέλει φέρει μετ’ αυτού.
15Διότι τούτο σας λέγομεν διά του λόγου του Κυρίου, ότι ημείς οι ζώντες, όσοι απομένομεν εις την παρουσίαν του Κυρίου, δεν θέλομεν προλάβει τους κοιμηθέντας·
16επειδή αυτός ο Κύριος θέλει καταβή απ’ ουρανού με κέλευσμα, με φωνήν αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού, και οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον,
17έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν θέλομεν αρπαχθή μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα, και ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του Κυρίου.
18Λοιπόν παρηγορείτε αλλήλους με τους λόγους τούτους.
1Περί δε των χρόνων και των καιρών, αδελφοί, δεν έχετε χρείαν να σας γράφη τις·
2διότι σεις εξεύρετε ακριβώς ότι η ημέρα του Κυρίου ως κλέπτης εν νυκτί ούτως έρχεται.
3Επειδή όταν λέγωσιν, Ειρήνη και ασφάλεια, τότε επέρχεται επ’ αυτούς αιφνίδιος όλεθρος, καθώς αι ωδίνες εις την εγκυμονούσαν, και δεν θέλουσιν εκφύγει.
4Αλλά σεις, αδελφοί, δεν είσθε εν σκότει, ώστε η ημέρα να σας καταφθάση ως κλέπτης·
5πάντες σεις είσθε υιοί φωτός και υιοί ημέρας. Δεν είμεθα νυκτός ουδέ σκότους.
6Αρα λοιπόν ας μη κοιμώμεθα ως και οι λοιποί, αλλ’ ας αγρυπνώμεν και ας εγκρατευώμεθα.
7Διότι οι κοιμώμενοι την νύκτα κοιμώνται, και οι μεθύοντες την νύκτα μεθύουσιν·
8αλλ’ ημείς, όντες της ημέρας, ας εγκρατευώμεθα, ενδυθέντες τον θώρακα της πίστεως και αγάπης και περικεφαλαίαν την ελπίδα της σωτηρίας·
9διότι ο Θεός δεν προσδιώρισεν ημάς εις οργήν, αλλ’ εις απόλαυσιν σωτηρίας διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,
10όστις απέθανεν υπέρ ημών, ίνα είτε αγρυπνούμεν είτε κοιμώμεθα ζήσωμεν μετ’ αυτού.
11Διά τούτο παρηγορείτε αλλήλους και οικοδομείτε ο εις τον άλλον, καθώς και κάμνετε.