Κατά Ιωάννην ιζ’ 1-26 | 27.11.2022 | Κατσιγιάννης Χρήστος

Κατά Ιωάννην
Κεφάλαιο ιζ’ [17]  //  Εδάφια 1-26

1Ταῦτα ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ὕψωσε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὑτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· Πάτερ, ἦλθεν ἡ ὥρα· δόξασον τὸν Υἱὸν σου, διὰ νὰ σὲ δοξάσῃ καὶ ὁ Υἱὸς σου,2καθὼς ἔδωκας εἰς αὐτὸν ἐξουσίαν πάσης σαρκός, διὰ νὰ δώσῃ ζωήν αἰώνιον εἰς πάντας ὅσους ἔδωκας εἰς αὐτόν.3Αὕτη δὲ εἶναι ἡ αἰώνιος ζωή, τὸ νὰ γνωρίζωσι σὲ τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ τὸν ὁποῖον ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν.4Ἐγὼ σὲ ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα, τὸ ὁποῖον μοὶ ἔδωκας διὰ νὰ κάμω·5καὶ τώρα δόξασόν με σύ, Πάτερ, πλησίον σου μὲ τὴν δόξαν, τὴν ὁποίαν εἶχον παρὰ σοὶ πρὶν γείνῃ ὁ κόσμος.
6Ἐφανέρωσα τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ὁποίους μοὶ ἔδωκας ἐκ τοῦ κόσμου. Ἰδικοὶ σου ἦσαν καὶ εἰς ἐμὲ ἔδωκας αὐτούς, καὶ τὸν λόγον σου ἐφύλαξαν.7Τώρα ἐγνώρισαν ὅτι πάντα ὅσα μοὶ ἔδωκας παρὰ σοῦ εἶναι·8διότι τοὺς λόγους, τοὺς ὁποίους μοὶ ἔδωκας, ἔδωκα εἰς αὐτούς, καὶ αὐτοὶ ἐδέχθησαν καὶ ἐγνώρισαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας.
9Ἐγὼ περὶ αὐτῶν παρακαλῶ· δὲν παρακαλῶ περὶ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ περὶ ἐκείνων, τοὺς ὁποίους μοὶ ἔδωκας, διότι ἰδικοὶ σου εἶναι.10Καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σὰ εἶναι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ ἐδοξάσθην ἐν αὐτοῖς.11Καὶ δὲν εἶμαι πλέον ἐν τῷ κόσμῳ, ἀλλ᾿ οὗτοι εἶναι ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ ἐγὼ ἔρχομαι πρὸς σέ. Πάτερ ἅγιε, φύλαξον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου, τοὺς ὁποίους μοὶ ἔδωκας, διὰ νὰ ἦναι ἕν καθὼς ἡμεῖς.12Ὅτε ἤμην μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐφύλαττον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· ἐκείνους τοὺς ὁποίους μοὶ ἔδωκας ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπωλέσθη εἰμή ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, διὰ νὰ πληρωθῇ ἡ γραφή.13Τώρα δὲ ἔρχομαι πρὸς σέ, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ διὰ νὰ ἔχωσι τὴν χαρὰν μου πλήρη ἐν ἑαυτοῖς.14Ἐγὼ ἔδωκα εἰς αὐτοὺς τὸν λόγον σου, καὶ ὁ κόσμος ἐμίσησεν αὐτούς, διότι δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου, καθὼς ἐγὼ δὲν εἶμαι ἐκ τοῦ κόσμου.15Δὲν παρακαλῶ νὰ σηκώσῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ φυλάξῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ πονηροῦ.16Ἐκ τοῦ κόσμου δὲν εἶναι, καθὼς ἐγὼ δὲν εἶμαι ἐκ τοῦ κόσμου.17Ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου· ὁ λόγος ὁ ἰδικὸς σου εἶναι ἀλήθεια. 18Καθὼς ἐμὲ ἀπέστειλας εἰς τὸν κόσμον, καὶ ἐγὼ ἀπέστειλα αὐτοὺς εἰς τὸν κόσμον·19καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἐγὼ ἁγιάζω ἐμαυτόν, διὰ νὰ ἦναι καὶ αὐτοὶ ἡγιασμένοι ἐν τῇ ἀληθείᾳ.
20Καὶ δὲν παρακαλῶ μόνον περὶ τούτων, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευσόντων εἰς ἐμὲ διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν·21διὰ νὰ ἦναι πάντες ἕν, καθὼς σύ, Πάτερ, εἶσαι ἐν ἐμοὶ καὶ ἐγὼ ἐν σοί, νὰ ἦναι καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἕν, διὰ νὰ πιστεύσῃ ὁ κόσμος ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας.22Καὶ ἐγὼ τὴν δόξαν τὴν ὁποίαν μοι ἔδωκας ἔδωκα εἰς αὐτούς, διὰ νὰ ἦναι ἕν καθὼς ἡμεῖς εἴμεθα ἕν,23ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν ἐμοί, διὰ νὰ ἦναι τετελειωμένοι εἰς ἕν, καὶ νὰ γνωρίζῃ ὁ κόσμος ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας καὶ ἠγάπησας αὐτοὺς καθὼς ἐμὲ ἠγάπησας.
24Πάτερ, ἐκείνους τοὺς ὁποίους μοὶ ἔδωκας, θέλω, ὅπου εἶμαι ἐγώ, νὰ ἦναι καὶ ἐκεῖνοι μετ᾿ ἐμοῦ, διὰ νὰ θεωρῶσι τὴν δόξαν μου, τὴν ὁποίαν μοὶ ἔδωκας, διότι μὲ ἠγάπησας πρὸ καταβολῆς κόσμου. 25Πάτερ δίκαιε, καὶ ὁ κόσμος δὲν σὲ ἐγνώρισεν, ἐγὼ δὲ σὲ ἐγνώρισα, καὶ οὗτοι ἐγνώρισαν ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας.26Καὶ ἐφανέρωσα εἰς αὐτοὺς τὸ ὄνομά σου καὶ θέλω φανερώσει, διὰ νὰ ἦναι ἡ ἀγάπη, μὲ τὴν ὁποίαν μὲ ἠγάπησας, ἐν αὐτοῖς, καὶ ἐγὼ ἐν αὐτοῖς.