Κατά Ματθαίον
Κεφάλαιο κε’ [25] // Εδάφια 13-30
13Αγρυπνείτε λοιπόν, διότι δεν εξεύρετε την ημέραν ουδέ την ώραν, καθ’ ην ο Υιός του ανθρώπου έρχεται.
14Διότι θέλει ελθεί ως άνθρωπος, όστις αποδημών εκάλεσε τους δούλους αυτού και παρέδωκεν εις αυτούς τα υπάρχοντα αυτού,
15και εις άλλον μεν έδωκε πέντε τάλαντα, εις άλλον δε δύο, εις άλλον δε εν, εις έκαστον κατά την ιδίαν αυτού ικανότητα, και απεδήμησεν ευθύς.
16Υπήγε δε ο λαβών τα πέντε τάλαντα και εργαζόμενος δι’ αυτών έκαμεν άλλα πέντε τάλαντα.
17Ωσαύτως και ο τα δύο εκέρδησε και αυτός άλλα δύο.
18Ο δε λαβών το εν υπήγε και έσκαψεν εις την γην και έκρυψε το αργύριον του κυρίου αυτού.
19Μετά δε καιρόν πολύν έρχεται ο κύριος των δούλων εκείνων και θεωρεί λογαριασμόν μετ’ αυτών.
20Και ελθών ο λαβών τα πέντε τάλαντα, προσέφερεν άλλα πέντε τάλαντα, λέγων· Κύριε, πέντε τάλαντα μοι παρέδωκας· ιδού, άλλα πέντε τάλαντα εκέρδησα επ’ αυτοίς.
21Και είπε προς αυτόν ο κύριος αυτού· Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ· εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει· είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου.
22Προσελθών δε και ο λαβών τα δύο τάλαντα είπε· Κύριε, δύο τάλαντα μοι παρέδωκας· ιδού, άλλα δύο τάλαντα εκέρδησα επ’ αυτοίς.
23Είπε προς αυτόν ο κύριος αυτού· Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ· εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει· είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου.
24Προσελθών δε και ο λαβών το εν τάλαντον, είπε· Κύριε, σε εγνώρισα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, θερίζων όπου δεν έσπειρας και συνάγων όθεν δεν διεσκόρπισας·
25και φοβηθείς υπήγα και έκρυψα το τάλαντόν σου εν τη γή· ιδού, έχεις το σον.
26Αποκριθείς δε ο κύριος αυτού, είπε προς αυτόν· Πονηρέ δούλε και οκνηρέ· ήξευρες ότι θερίζω όπου δεν έσπειρα και συνάγω όθεν δεν διεσκόρπισα·
27έπρεπε λοιπόν να βάλης το αργύριόν μου εις τους τραπεζίτας, και ελθών εγώ ήθελον λάβει το εμόν μετά τόκου.
28Λάβετε λοιπόν απ’ αυτού το τάλαντον, και δότε εις τον έχοντα τα δέκα τάλαντα.
29Διότι εις πάντα τον έχοντα θέλει δοθή και περισσευθή, από δε του μη έχοντος και εκείνο το οποίον έχει θέλει αφαιρεθή απ’ αυτού.
30Και τον αχρείον δούλον ρίψατε εις το σκότος το εξώτερον· εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων.
Μηνύματα μέσα από τον Λόγο του Θεού
Δανιήλ Κεφάλαιο ι’ [10] // Εδάφια 1-14 1Ἐν τῷ τρίτῳ ἔτει τοῦ Κύρου, βασιλέως τῆς Περσίας, ἀπεκαλύφθη λόγος εἰς τὸν Δανιήλ, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα ἐκλήθη Βαλτασάσαρ· καὶ ὁ λόγος ἦτο ἀληθινὸς καὶ ἡ δύναμις τῶν λεγομένων μεγάλη· καὶ κατέλαβε τὸν λόγον καὶ ἐννόησε τὴν ὀπτασίαν. 2Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐγὼ ὁ Δανιήλ ἤμην πενθῶν […]
Χρονικών Β’ Κεφάλαιο ς’ [6] // Εδάφια 7-9 7Καὶ ἦλθεν εἰς τὴν καρδίαν Δαβὶδ τοῦ πατρὸς μου νὰ οἰκοδομήσῃ οἶκον εἰς τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ.8Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος εἶπε πρὸς Δαβὶδ τὸν πατέρα μου, Ἐπειδή ἦλθεν εἰς τὴν καρδίαν σου νὰ οἰκοδομήσῃς οἶκον εἰς τὸ ὄνομά μου, καλῶς μὲν ἔκαμες ὅτι συνέλαβες τοῦτο […]
Κατά Λουκάν Κεφάλαιο ζ’ [7] // Εδάφια 1-23 1Ἀφοῦ δὲ ἐτελείωσε πάντας τοὺς λόγους αὑτοῦ εἰς τὰς ἀκοὰς τοῦ λαοῦ, εἰσῆλθεν εἰς Καπερναούμ.2Ἑκατοντάρχου δὲ τινος δοῦλος, ὅστις ἦτο πολύτιμος εἰς αὐτόν, κακῶς ἔχων ἔμελλε νὰ ἀποθάνῃ.3Καὶ ἀκούσας περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν πρεσβυτέρους τῶν Ἰουδαίων, παρακαλῶν αὐτὸν νὰ ἔλθῃ νὰ διασώσῃ τὸν δοῦλον αὐτοῦ.4Οἱ […]